Ο Αριστοτέλης (384-322 π.Χ.) ήταν από τα Στάγιρα της Χαλκιδικής, πανεπιστήμονας, φυσιοδίφης, φιλόσοφος, δημιουργός της λογικής, μαθητής του Πλάτωνα και δάσκαλος του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Κατά
τον Αριστοτέλη, το απόλυτο ανθρώπινο αγαθό («το καθόλου βέλτιον»), πρέπει,
πρώτον, να είναι τελικό, δηλαδή να επιλέγεται ως αυτοσκοπός, χάριν του εαυτού
του, όχι ως μέσο για την επίτευξη άλλου σκοπού, και δεύτερον, πρέπει να είναι
αύταρκες, κάτι που από μόνο του δίνει αξία στη ζωή. Η κατοχή αυτού του αγαθού
καθορίζει την ευδαιμονία. Ο Αριστοτέλης προσπάθησε συστηματικά ν’ αναλύσει τον
ορισμό της ευδαιμονίας και την επίτευξή της με την ανθρώπινη δραστηριότητα και
αφιέρωσε σ’ αυτό τρία συγγράμματα: Τα Ηθικά
Νικομάχεια,
τα Ηθικά
Ευδήμεια και
τα Μεγάλα
Ηθικά.
Η
ευδαιμονία αποτελεί τον ανθρώπινο στόχο, σύμφωνα με το αρχαιοελληνικό πνεύμα.
Για την ευδαιμονία, ο Δημόκριτος έγραψε:
«Ευδαιμονίη ψυχής
έργον… ουκ εν βοσκήμασιν οικεί ουδέ εν χρυσώ, ψυχή οικητήριον δαίμονος», δηλαδή,
η ευδαιμονία είναι έργο της ψυχής του ανθρώπου, δεν κατοικεί στα κτήνη, ούτε
μέσα στον χρυσό, η ψυχή είναι η κατοικία του δαίμονος (της
θεότητας).
Η
ευδαιμονία και η επιλογή του δρόμου αναζήτησης αποτελεί το κύριο κεφάλαιο στη
Φιλοσοφία.
Στο
τέλος του πρώτου βιβλίου των Ηθικών
Νικομαχείων ο
Αριστοτέλης δίνει τον ορισμό της ευδαιμονίας γράφοντας:
«Επεί
δ’ εστίν η ευδαιμονία ψυχής ενέργειά τις κατ’ αρετήν τελείαν, περί αρετής
επισκεπτέον…». Δηλαδή, αφού η ευδαιμονία είναι μια ψυχική δραστηριότητα, σύμφωνη
με την τέλεια αρετή, είναι αναγκαίο να ερευνήσουμε τι σημαίνει
αρετή.
«Έστιν
άρα η αρετή έξις προαιρετική, εν μεσότητι ούσα τή προς ημάς, ωρισμένη λόγω και ώ
άν ο φρόνιμος ορίσειεν…». Είναι λοιπόν η αρετή συνήθεια επιλεκτική, που κατέχει
θέση μεσότητας σε σχέση μ’ εμάς, η οποία ορίζεται από τη λογική του
φρόνιμου.
Στην
αρχή του δεύτερου βιβλίου γράφει:
«…η δ’
ηθική εξ έθους περιγίνεται, όθεν και τούνομα έσχηκε μικρόν παρεκκλίνον του
έθους. εξ ού και δήλον ότι ουδεμία των ηθικών αρετών φύσει ημίν εγγίνεται…».
Δηλαδή, η ηθική επικρατεί με τη συνήθεια, γι’ αυτό και πήρε το όνομα, με μικρή
απόκλιση, από το έθος (έθος, ήθος, ηθική). Από το οποίον είναι φανερό ότι
ουδεμία των ηθικών αρετών είναι έμφυτη.
«…ούτ’
άρα φύσει ούτε παρά φύσιν εγγίνονται αι αρεταί, αλλά πεφυκόσι μεν ημίν δέξασθαι
αυτάς, τελειουμένοις δε διά του έθους… τας δ’ αρετάς λαμβάνομεν ενεργήσαντες
πρότερον… οίον οικοδομούντες οικοδόμοι γίνονται και κιθαρίζοντες κιθαρισταί… ει
γαρ μή ούτως είχεν, ουδέν αν έδει του διδάξαντος, αλλά πάντες αν εγίνοντο αγαθοί
ή κακοί. ούτω δη και επί των αρετών έχει, πράττοντες γαρ τα εν τοις συναλλάγμασι
τοις προς τους ανθρώπους γινόμεθα οι μεν δίκαιοι οι δε άδικοι…». Άρα ούτε
σύμφωνα ούτε αντίθετα προς τη φύση γεννιούνται μέσα μας οι αρετές, αλλά εμείς
έχομε γεννηθεί ικανοί να τις δεχόμαστε και να τελειοποιούμαστε με τη συνήθεια…
τις αποκτούμε αφού πρώτα τις ασκήσομε… όπως γίνεται κανείς οικοδόμος με το να
οικοδομεί και κιθαριστής παίζοντας κιθάρα… αν δεν ήταν έτσι, δεν θα υπήρχε
ανάγκη διδασκάλου, κι όλοι θα γίνονταν από μόνοι τους καλοί ή κακοί. έτσι
γίνεται και με τις αρετές, διότι πράττοντες στις συναλλαγές με τους άνθρώπους,
γινόμαστε άλλοι δίκαιοι κι άλλοι άδικοι…
Και σε
άλλα μέρη, ο Αριστοτέλης προσθέτει:
«Οι
νομοθέται τούς πολίτας εθίζοντες ποιούσιν αγαθούς». Οι
νομοθέτες κάνουν τους πολίτες αγαθούς με τον εθισμό.
«Η του
ανθρώπου αρετή είη αν η έξις αφ’ης αγαθός άνθρωπος γίγνεται». Αρετή είναι η
επαναλαμβανόμενη καλή συνήθεια με την οποία ο άνθρωπος γίνεται
αγαθός.
«Εκ
των ομοίων ενεργειών αι έξεις γίγνονται», δηλαδή οι συνήθειες (οι πανίσχυρες
έξεις) γίνονται με την επανάληψη όμοιων ενεργειών
(συμπεριφορών).
«Η
αρετή πάσης τέχνης ακριβεστέρα και αμείνων… Λέγω δε την ηθικήν, αύτη γαρ περί
πάθη και πράξεις». Η αρετή είναι ορθότερη και τιμιότερη από κάθε τέχνη… Και
εννοώ την ηθική, γιατί αυτή αφορά στα πάθη και στις πράξεις των
ανθρώπων.
«Η
αρετή περί πάθη και πράξεις εστί… το μέσον επαινείται και κατορθούται… Μεσότης,
άρα, η αρετή στοχαστική ούσα του μέσου». Η αρετή αφορά στα πάθη και στις
ανθρώπινες πράξεις… ο μέσος δρόμος είναι ο έπαινος και το κατόρθωμα… Άρα η αρετή
είναι η μεσότης, και στοχάζεται το μέσο (την ίση απόσταση από τα
άκρα).
«…προς
ημάς δε, ό μήτε πλεονάζει μήτε ελλείπει, τούτο δ’ ουχ εν ουδέ ταυτόν πάσιν… ούτω
δή πας επιστήμων την υπερβολήν και την έλλειψιν φεύγει, το δε μέσον ζητεί και
τούθ’ αιρείται». Σε σχέση μ’ εμάς, το οποίον ούτε είναι πολύ ούτε ολίγον, αυτό
το μέσον δεν είναι ένα ούτε ίδιο για όλους… κάθε γνωστικός αποφεύγει την
υπερβολή και την έλλειψη, αναζητεί το μέσον και το
επιλέγει.
Τι
είναι αρετή, λόγος και φρόνηση;
Στα Πολιτικά του, ο
Αριστοτέλης υποστηρίζει, στην αρχή του κεφαλαίου για την Παιδεία, ότι είναι
τρεις οι παράγοντες που καθορίζουν την ηθική συμπεριφορά του ανθρώπου, δηλαδή η
φυσική προδιάθεση (φύσις), η συνήθεια (έθος) και η λογική ικανότητα
(λόγος).
Οι
άνθρωποι μπορούν με τη λογική ικανότητά τους να κατορθώσουν να πράττουν έργα
αντίθετα προς τους εθισμούς και τις φυσικές ορμές τους, αν πειστούν ότι κάποια
άλλη πορεία είναι πιο σωστή. Λόγος και πειθώ, δυο έννοιες με τεράστια σημασία
στην ηθική ανάπτυξη του ανθρώπου.
Η
αρετή δεν είναι απλά η έξη που διαμορφώθηκε με τον ορθό λόγο, αλλά είναι η έξη
που συμπορεύεται σταθερά και μόνιμα με τον ορθό λόγο. Και ορθός λόγος για τέτοια
θέματα ηθικής τάξης είναι η φρόνηση.
Ένα
αρχαίο ρητό που αποδίδεται στον Δημόκριτο λέει: «Τριτογένεια η Αθηνά, κατά
Δημόκριτον φρόνησις νομίζεται. Γίνεται δε εκ του φρονείν τρία ταύτα: Το ευ
λογίζεσθαι, το ευ λέγειν, και το πράττειν α δεί.» Τουτέστιν, Τριτογένεια
ονομάζεται η Αθηνά κατά τον Δημόκριτο, επειδή αυτή εκφράζει τη φρόνηση. Από τη
φρόνηση προκύπτουν τα εξής τρία πράγματα: Το να σκέφτεται κανείς ορθά, το να
εκφράζεται ορθά και το να πράττει τα δέοντα.
Τι
σχέση έχει η προαίρεση με τη βούληση, την ελεύθερη επιλογή και με τη λογική;
Ποια είναι τα όρια λειτουργίας της ή εμβέλειάς της; Και ο Αριστοτέλης
λέει:
«…έτι
δ’ η μεν βούλησις του τέλους εστί μάλλον, η δε προαίρεσις των προς το τέλος,
οίον υγιαίνειν βουλόμεθα, προαιρούμεθα δε δι’ ών υγιανούμεν, και ευδαιμονείν
βουλόμεθα μεν και φαμέν, προαιρούμεθα δε λέγειν ούχ αρμόζει, όλως γαρ έοικεν η
προαίρεσις περί τα εφ’ ημίν είναι…». Δηλονότι, η βούληση είναι μάλλον η
τελεσιουργία, ενώ επιλογή είναι όσα οδηγούν στον σκοπό, όπως καθώς επιθυμούμε να
υγιαίνομε, εμείς επιλέγομε τα μέσα γι’ αυτό, και λέμε ότι σκοπούμε στην
ευδαιμονία, αλλά δεν αρμόζει να λέμε ότι επιλέγομε τα μέσα, διότι γενικά η
επιλογή φαίνεται ότι έχει να κάμει με όσα εξαρτώνται από
εμάς.
Και
λίγους στίχους παρακάτω διαβάζουμε:
«…η
γαρ προαίρεσις μετά λόγου και διανοίας, υποσημαίνειν δ’ έοικε και τούνομα ως όν
προ ετέρων αιρετόν». Δηλαδή, η (προ)επιλογή συνάδει με τη λογική και την ψυχική
διεργασία, όπως φαίνεται να υποδηλώνει και το όνομα, ότι κάτι έχει επιλεγεί προ
άλλων. Τη διαδικασία της προαίρεσης (δηλαδή μέχρι την επίτευξη του σκοπού, που
ονομάζεται τελεσιουργία), ο μεταφραστής των παθών του Χομπς την αποκάλεσε
στάθμιση (deliberation).
Εδώ,
έχει θιγεί πλέον το μέγα ζήτημα της ανθρώπινης ύπαρξης και δράσης, αυτό της
Ελευθερίας της Συνείδησης, και της επακόλουθης ευθύνης για τον
άνθρωπο.
Τέτοιο
ζήτημα δεν είχε ακόμη διατυπωθεί διακριτό από τους φιλοσόφους. Αργότερα, οι
Στωικοί θα το επεξεργαστούν περισσότερο.
Ο
Σοφοκλής στην Αντιγόνη έχει
γράψει: «πολλώ το φρονείν ευδαιμονίας πρώτον υπάρχει…», δηλαδή, πολύ πριν από
την ευδαιμονία είναι ανάγκη να υπάρχει στην άνθρωπο η
φρόνηση.
Και ο
Ευριπίδης, σ’ ένα από τα σωζόμενα αποσπάσματά του, λέει: «΄Όλβιος όστις της
ιστορίας έσχε μάθησιν, μήτε πολιτών επί πημοσύνην, μήτ’ εις αδίκους πράξεις
ορμών, αλλ’ αθανάτου καθορών φύσεως κόσμον αγήρων, πή τε συνέστη και όπη και
όπως. Τοίς δε τοιούτοις ουδέποτ’ αισχρών έργων μελέδημα προσίζει». Δηλαδή,
πλούσιος κι ευδαίμων είναι εκείνος που απέκτησε γνώση, χωρίς να επιδιώκει τη
συμφορά των πολιτών, και χωρίς να επιδίδεται σε άδικες πράξεις, αλλά
παρατηρώντας την αγέραστη τάξη της αθάνατης φύσεως, πού και πώς δημιουργήθηκε,
και για ποιο σκοπό. Σ’ αυτούς ποτέ δεν ταιριάζει η φροντίδα για αισχρές
πράξεις.
Ήγουν,
όποιος έχει στέρεη γνώση, είναι αγαθός και ευδαίμων, και ο ίδιος ο Σωκράτης
υποστήριζε ότι η άγνοια είναι η αιτία της κακότητας. Ο όρος «ιστορία» παράγεται
από το ρήμα «οίδα», που σημαίνει γνωρίζω, και την προστακτική του: ίσθι, ίστω,
ίστε, ίστων. Ίστωρ, επίσης, σημαίνει πολύπειρος και
ειδήμων.
Ο
Ησίοδος, στο Έργα
και Ημέραι,
λέει: «ούτος μεν πανάριστος, ός αύτω πάντα νοήσει, φρασσάμενος τα κ᾽
έπειτα και ες τέλος ήσιν αμείνω· εσθλός δ᾽ αυ
κακείνος ός ευ ειπόντι πίθηται· ός δε κε μήτ᾽ αυτω
νοέη μήτ᾽ άλλου
ακούων, εν θυμώ βάλληται, ο δ᾽
αυτ᾽
αχρήιος ανήρ.» Δηλαδή, πανάριστος είναι αυτός που μόνος του όλα θα τα καταλάβει,
μελετώντας ποια μετά και στο τέλος θα είναι καλύτερα, κι ευγενής πάλι είναι
εκείνος που ακούει όποιον του μιλάει σωστά, όποιος όμως ούτε μόνος του
καταλαβαίνει ούτε από άλλον ακούγοντας τα βάζει στην ψυχή του, αυτός είναι
άχρηστος άνθρωπος.
Και ο
Παλαμάς, από το ποίημά του «Αποκριτική Γραφή», στη συλλογή του Η
πολιτεία και η μοναξιά, του
1912, γράφει:
«Δεν
έχεις, Όλυμπε, θεούς, μηδέ λεβέντες η Όσσα,
ραγιάδες
έχεις, μάννα γη, σκυφτούς για το χαράτσι,
κούφιοι
και οκνοί καταφρονούν τη θεία τραχιά σου γλώσσα,
των
Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι.
Και
δημοκόποι Κλέωνες και λογοκόποι Ζωίλοι,
και
Μαμμωνάδες βάρβαροι, και χαύνοι λεβαντίνοι,
λύκοι,
ω κοπάδια, οι πιστικοί και ψωριασμένοι οι σκύλοι
κ’ οι
χαροκόποι αδιάντροποι και πόρνη η Ρωμιοσύνη!»
Και
επειδή η μάθηση είναι θέμα παιδείας, ο Αριστοτέλης γράφει: «…περί ηδονάς γαρ και
λύπας εστίν η ηθική αρετή, διά μεν γαρ την ηδονήν τα φαύλα πράττομεν, διά δε την
λύπην των καλών απεχόμεθα, διό δει ήχθαι πως
ευθύς εκ νέων, ως ο Πλάτων φησίν, ώστε χαίρειν τε και λυπείσθαι οις δει, η γαρ
ορθή παιδεία αύτη
εστίν». Δηλαδή: Η ηθική αρετή έχει όντως να κάνει με τις ηδονές και τις λύπες.
Διότι εξ αιτίας της ηδονής κάνουμε ανάρμοστες πράξεις και εξ αιτίας της λύπης
απέχουμε από τις καλές. Γι’ αυτό, πρέπει να διαπαιδαγωγείται ο άνθρωπος από τα
νιάτα του, όπως λέει ο Πλάτων, έτσι ώστε να αισθάνεται χαρά ή λύπη για τα
πράγματα που πρέπει. Πραγματικά, αυτή είναι η σωστή
Παιδεία.
Αν
είναι όντως επιθυμητό να μην υπάρχουν «άχρηστοι» συνάνθρωποι και να μη
ντρεπόμαστε για «Εθνικά καταντήματα», κατά τα λεγόμενα του Ησίοδου και του
Παλαμά στα παραπάνω, ας θελήσουν οι σοφοί παιδαγωγοί και ας μιμηθούν τον ορθό
τρόπο, οι λύσεις υπάρχουν.
Δεν
υπάρχει, λοιπόν, καμιά αμφιβολία ότι η αρετή είναι διδακτή, το πρόβλημα είναι
όταν δεν διδάσκεται πλήρως και έγκαιρα. Με την παιδεία, Φίλτατοι, μόνο με ικανή
Παιδεία μπορούμε να σωθούμε. Ο
Ρουσσώ παρακάτω θα βροντοφωνάξει: Παράδειγμα. Παράδειγμα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Την ευθύνη για τα σχόλια φέρει αποκλειστικά ο σχολιαστής.Αναρτήσεις γίνονται μόνο επώνυμα με λογαριασμό Google.