Μια θλίψη
κυριεύει την ψυχή ενός ανθρώπου όταν ευρίσκεται εις το απόγειο της ζωής του.
Τον ακολουθεί και γιγαντώνεται μέσα του όταν σεργιανίζει μέσα εις τα γνώριμα
σοκάκια της νιότης του τα οποία διάβαινε
κάποτε και έκανε όνειρα να αλλάξει κάποια μέρα τον κόσμο. Αυτή η νοσταλγία η
οποία ως βαρύ βιβλίο της ζωής του βάραινε και σήκωνε υπομονητικά εις τις πλάτες
του, ευρισκόμενος και αντικρίζοντας σε κάθε βήμα του το χάος. Ένα χάος όμως το
οποίο δεν είναι αυθύπαρκτο, αλλά κάθε τόσο δημιούργημα και επαναλαμβανόμενο
συνεχώς από εμάς τους ανθρώπους. Ένα χάος το οποίο, ως φαίνεται και δυστυχώς,
μάλιστα μας συναρπάζει ως πρόκληση,
πρόκριμα και άθλημα, ώστε κάθε τόσο να επαναλαμβάνομε τη δύσκολη και επικίνδυνη
σχοινοβασία ισορροπίας βάρους επάνω από το χάος, και κάθε τόσο να
καταβυθιζόμαστε κάτω και μέσα σε αυτό, μάλιστα να επαναλαμβάνομε αυτό με
ικανοποίηση και ευχαρίστηση ως αυτοσκοπό και αποκλειστικό νόημα της ζωής μας.
Αυτό το χάος
επιλέξαμε ως βιβλίο και επίκεντρο της ζωής μας και όχι την Ιλιάδα, την
Οδύσσεια, τον Αίσωπο ή και τα ανεκτίμητα διδάγματα των προγόνων μας και τις
παραδόσεις της φυλής μας, αυτού του Έθνους μας;