Του Κυριάκου Μητσοτάκη
Περίμενα με ενδιαφέρον την απάντηση του Υπουργείου Περιβάλλοντος σε ερώτηση που κατέθεσα πρόσφατα στην Βουλή για την πρόοδο εφαρμογής της ρύθμισης για τους ημιυπαίθριους χώρους. Για πρώτη φορά, όμως, η απάντηση των πενήντα λέξεων που έλαβα αγγίζει τα όρια του παραλόγου και αναδεικνύει διαχρονικές παθογένειες του πολιτικού μας συστήματος. Όλα τα παραπάνω έχουν κοινό παρανομαστή την ανικανότητα και την απροθυμία του πολιτικού συστήματος να βάλει σε τάξη τα του οίκου του. Όσο δεν κοιτιόμαστε με ειλικρίνεια στον καθρέφτη και δεν αποφασίζουμε να αναμετρηθούμε με γενναιότητα με τις αδυναμίες μας, τόσο το πολιτικό σύστημα θα απαξιώνεται ακόμα περισσότερο στη συνείδηση της κοινωνίας. Όσο μένουμε προσκολλημένοι ή κρυβόμαστε πίσω από γραφειοκρατικές και δαιδαλώδεις διαδικασίες προκειμένου να μην αναλάβουμε τις ευθύνες που μας αναλογούν, τόσο θα αποτυγχάνουμε να πείσουμε τους πολίτες ότι οι θυσίες τις οποίες καλούνται να κάνουν πιάνουν τόπο. Όσο τελικά κανένας από εμάς, κυβέρνηση, βουλευτές, υπηρεσίες του Κράτους δεν αισθάνεται την ανάγκη ή δεν υποχρεώνεται να δώσει λόγο για τα πεπραγμένα του τόσο περισσότερο η χώρα και η κοινωνία μας θα βυθίζεται στο τέλμα.
Στα έξι χρόνια της κοινοβουλευτικής μου πορείας έχω καταθέσει πολλές ερωτήσεις και στην συντριπτική τους πλειοψηφία οι απαντήσεις των Υπουργείων βαθμολογούνται κάτω από τη βάση. Για πρώτη φορά, όμως, η απάντηση των πενήντα λέξεων που έλαβα από τον, κατά τα άλλα συμπαθή, Υφυπουργό Περιβάλλοντος, αγγίζει τα όρια του παραλόγου και αναδεικνύει διαχρονικές παθογένειες του πολιτικού μας συστήματος.
Με την ερώτησή μου ζητούσα συγκεκριμένα στοιχεία για το πόσες αιτήσεις πολιτών έχουν κατατεθεί, πόσες έχουν διεκπεραιωθεί και πόσα έσοδα έχουν εισπραχθεί στο τετράμηνο εφαρμογής του μέτρου. Η έγγραφη απάντηση του αρμόδιου Υπουργείου ήταν επί λέξει ότι «το πρόγραμμα εξελίσσεται με αυξανόμενη εντυπωσιακά την προσέλευση των πολιτών…» και «τα ακριβή στοιχεία τηρούνται στις κατά τόπους πολεοδομικές υπηρεσίες από όπου έχουν ζητηθεί και αναμένονται…»!
Το ότι δεν πήρα τελικά καμία ουσιαστική απάντηση στην ερώτησή μου είναι το πρώτο προφανές συμπέρασμα και ίσως θα ήταν προτιμότερο για το αρμόδιο Υπουργείο να μην είχε καν απαντήσει. Το σημαντικότερο όμως ζήτημα, κατά τη γνώμη μου, με αφορμή αυτό το περιστατικό, είναι ο αναχρονιστικός τρόπος λειτουργίας της κυβέρνησης και της δημόσιας διοίκησης και η απαξίωση των κοινοβουλευτικών διαδικασιών. Ξεχωρίζω τρεις (μόνο) πτυχές του ζητήματος:
1. Το Υπουργείο που είχε την νομοθετική πρωτοβουλία και διατηρεί την ευθύνη παρακολούθησης και εφαρμογής ενός κρίσιμου κυβερνητικού μέτρου, στην συγκεκριμένη περίπτωση για τους ημιυπαίθριους, παραδέχεται επίσημα ότι δεν έχει απολύτως καμία ιδέα ούτε για το πώς εξελίσσεται ούτε για το ποια είναι η πρόοδος και η αποτελεσματικότητά του.
2. Οι υπηρεσίες της δημόσιας διοίκησης, στην προκειμένη περίπτωση οι πολεοδομίες, με την ανοχή του πολιτικού συστήματος δεν έχουν κανέναν ενδοιασμό να αγνοούν ένα αίτημα της πολιτικής ηγεσίας και να μην ενημερώνουν ούτε το αρμόδιο Υπουργείο ούτε τη Βουλή για στοιχεία τα οποία έχουν ζητηθεί επίσημα.
3. Ο Κοινοβουλευτικός Έλεγχος για τα πεπραγμένα της κυβέρνησης είναι μία από τις σημαντικότερες λειτουργίες του πολιτεύματος και της Βουλής η οποία δυστυχώς έχει εκφυλλιστεί, συχνά και με ευθύνη των ίδιων των βουλευτών, σε μία copy paste διαδικασία χωρίς ουσιαστικό πολιτικό περιεχόμενο την οποία κανένας δεν παίρνει και πολύ στα σοβαρά.
Όλα τα παραπάνω έχουν κοινό παρανομαστή την ανικανότητα και την απροθυμία του πολιτικού συστήματος να βάλει σε τάξη τα του οίκου του. Όσο δεν κοιτιόμαστε με ειλικρίνεια στον καθρέφτη και δεν αποφασίζουμε να αναμετρηθούμε με γενναιότητα με τις αδυναμίες μας, τόσο το πολιτικό σύστημα θα απαξιώνεται ακόμα περισσότερο στη συνείδηση της κοινωνίας. Όσο μένουμε προσκολλημένοι ή κρυβόμαστε πίσω από γραφειοκρατικές και δαιδαλώδεις διαδικασίες προκειμένου να μην αναλάβουμε τις ευθύνες που μας αναλογούν, τόσο θα αποτυγχάνουμε να πείσουμε τους πολίτες ότι οι θυσίες τις οποίες καλούνται να κάνουν πιάνουν τόπο. Όσο τελικά κανένας από εμάς, κυβέρνηση, βουλευτές, υπηρεσίες του Κράτους δεν αισθάνεται την ανάγκη ή δεν υποχρεώνεται να δώσει λόγο για τα πεπραγμένα του τόσο περισσότερο η χώρα και η κοινωνία μας θα βυθίζεται στο τέλμα.
Περίμενα με ενδιαφέρον την απάντηση του Υπουργείου Περιβάλλοντος σε ερώτηση που κατέθεσα πρόσφατα στην Βουλή για την πρόοδο εφαρμογής της ρύθμισης για τους ημιυπαίθριους χώρους. Για πρώτη φορά, όμως, η απάντηση των πενήντα λέξεων που έλαβα αγγίζει τα όρια του παραλόγου και αναδεικνύει διαχρονικές παθογένειες του πολιτικού μας συστήματος. Όλα τα παραπάνω έχουν κοινό παρανομαστή την ανικανότητα και την απροθυμία του πολιτικού συστήματος να βάλει σε τάξη τα του οίκου του. Όσο δεν κοιτιόμαστε με ειλικρίνεια στον καθρέφτη και δεν αποφασίζουμε να αναμετρηθούμε με γενναιότητα με τις αδυναμίες μας, τόσο το πολιτικό σύστημα θα απαξιώνεται ακόμα περισσότερο στη συνείδηση της κοινωνίας. Όσο μένουμε προσκολλημένοι ή κρυβόμαστε πίσω από γραφειοκρατικές και δαιδαλώδεις διαδικασίες προκειμένου να μην αναλάβουμε τις ευθύνες που μας αναλογούν, τόσο θα αποτυγχάνουμε να πείσουμε τους πολίτες ότι οι θυσίες τις οποίες καλούνται να κάνουν πιάνουν τόπο. Όσο τελικά κανένας από εμάς, κυβέρνηση, βουλευτές, υπηρεσίες του Κράτους δεν αισθάνεται την ανάγκη ή δεν υποχρεώνεται να δώσει λόγο για τα πεπραγμένα του τόσο περισσότερο η χώρα και η κοινωνία μας θα βυθίζεται στο τέλμα.
Στα έξι χρόνια της κοινοβουλευτικής μου πορείας έχω καταθέσει πολλές ερωτήσεις και στην συντριπτική τους πλειοψηφία οι απαντήσεις των Υπουργείων βαθμολογούνται κάτω από τη βάση. Για πρώτη φορά, όμως, η απάντηση των πενήντα λέξεων που έλαβα από τον, κατά τα άλλα συμπαθή, Υφυπουργό Περιβάλλοντος, αγγίζει τα όρια του παραλόγου και αναδεικνύει διαχρονικές παθογένειες του πολιτικού μας συστήματος.
Με την ερώτησή μου ζητούσα συγκεκριμένα στοιχεία για το πόσες αιτήσεις πολιτών έχουν κατατεθεί, πόσες έχουν διεκπεραιωθεί και πόσα έσοδα έχουν εισπραχθεί στο τετράμηνο εφαρμογής του μέτρου. Η έγγραφη απάντηση του αρμόδιου Υπουργείου ήταν επί λέξει ότι «το πρόγραμμα εξελίσσεται με αυξανόμενη εντυπωσιακά την προσέλευση των πολιτών…» και «τα ακριβή στοιχεία τηρούνται στις κατά τόπους πολεοδομικές υπηρεσίες από όπου έχουν ζητηθεί και αναμένονται…»!
Το ότι δεν πήρα τελικά καμία ουσιαστική απάντηση στην ερώτησή μου είναι το πρώτο προφανές συμπέρασμα και ίσως θα ήταν προτιμότερο για το αρμόδιο Υπουργείο να μην είχε καν απαντήσει. Το σημαντικότερο όμως ζήτημα, κατά τη γνώμη μου, με αφορμή αυτό το περιστατικό, είναι ο αναχρονιστικός τρόπος λειτουργίας της κυβέρνησης και της δημόσιας διοίκησης και η απαξίωση των κοινοβουλευτικών διαδικασιών. Ξεχωρίζω τρεις (μόνο) πτυχές του ζητήματος:
1. Το Υπουργείο που είχε την νομοθετική πρωτοβουλία και διατηρεί την ευθύνη παρακολούθησης και εφαρμογής ενός κρίσιμου κυβερνητικού μέτρου, στην συγκεκριμένη περίπτωση για τους ημιυπαίθριους, παραδέχεται επίσημα ότι δεν έχει απολύτως καμία ιδέα ούτε για το πώς εξελίσσεται ούτε για το ποια είναι η πρόοδος και η αποτελεσματικότητά του.
2. Οι υπηρεσίες της δημόσιας διοίκησης, στην προκειμένη περίπτωση οι πολεοδομίες, με την ανοχή του πολιτικού συστήματος δεν έχουν κανέναν ενδοιασμό να αγνοούν ένα αίτημα της πολιτικής ηγεσίας και να μην ενημερώνουν ούτε το αρμόδιο Υπουργείο ούτε τη Βουλή για στοιχεία τα οποία έχουν ζητηθεί επίσημα.
3. Ο Κοινοβουλευτικός Έλεγχος για τα πεπραγμένα της κυβέρνησης είναι μία από τις σημαντικότερες λειτουργίες του πολιτεύματος και της Βουλής η οποία δυστυχώς έχει εκφυλλιστεί, συχνά και με ευθύνη των ίδιων των βουλευτών, σε μία copy paste διαδικασία χωρίς ουσιαστικό πολιτικό περιεχόμενο την οποία κανένας δεν παίρνει και πολύ στα σοβαρά.
Όλα τα παραπάνω έχουν κοινό παρανομαστή την ανικανότητα και την απροθυμία του πολιτικού συστήματος να βάλει σε τάξη τα του οίκου του. Όσο δεν κοιτιόμαστε με ειλικρίνεια στον καθρέφτη και δεν αποφασίζουμε να αναμετρηθούμε με γενναιότητα με τις αδυναμίες μας, τόσο το πολιτικό σύστημα θα απαξιώνεται ακόμα περισσότερο στη συνείδηση της κοινωνίας. Όσο μένουμε προσκολλημένοι ή κρυβόμαστε πίσω από γραφειοκρατικές και δαιδαλώδεις διαδικασίες προκειμένου να μην αναλάβουμε τις ευθύνες που μας αναλογούν, τόσο θα αποτυγχάνουμε να πείσουμε τους πολίτες ότι οι θυσίες τις οποίες καλούνται να κάνουν πιάνουν τόπο. Όσο τελικά κανένας από εμάς, κυβέρνηση, βουλευτές, υπηρεσίες του Κράτους δεν αισθάνεται την ανάγκη ή δεν υποχρεώνεται να δώσει λόγο για τα πεπραγμένα του τόσο περισσότερο η χώρα και η κοινωνία μας θα βυθίζεται στο τέλμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Την ευθύνη για τα σχόλια φέρει αποκλειστικά ο σχολιαστής.Αναρτήσεις γίνονται μόνο επώνυμα με λογαριασμό Google.